Η παρούσα τεχνική έκθεση αφορά την καταγραφή των βλαβών που προκλήθηκαν στα Καθολικά (Ιεροί Ναοί), σε πτέρυγες και γενικά σε μνημειακές κατασκευές του Αγίου Όρους, από τη σεισμική δραστηριότητα που εκδηλώθηκε στην περιοχή κατά το διάστημα Δεκεμβρίου 2024 – Φεβρουαρίου 2025. Οι επιτόπιες αυτοψίες και καταγραφές πραγματοποιήθηκαν κυρίως από μηχανικούς του Κε.Δ.Α.Κ. και παράλληλη συμμετοχή μελών της νεοσύστατης Ομάδας Εργασίας του ΤΕΕ/ΤΚΜ: «ΣΕΙΣΜΙΚΕΣ ΔΡΑΣΕΙΣ ΣΤΟ ΑΓΙΟ ΟΡΟΣ – ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ ΣΤΙΣ ΜΝΗΜΕΙΑΚΕΣ ΚΑΤΑΣΚΕΥΕΣ».

Η διέγερση της περιοχής έχει ξεκινήσει από τον Ιούλιο του 2024 και έχει τα χαρακτηριστικά «σμηνοσειράς», με σεισμούς τα μεγέθη των οποίων κυμαίνονται από Μ2.0 – Μ4.7. Τα επίκεντρα εντοπίζονται σε περιοχή ανατολικά των Μονοξυλιτιών, κοντά στο παραλιακό μέτωπο. Κατά τη διάρκεια της ακολουθίας καταγράφηκαν δύο κυρίαρχα σεισμικά γεγονότα:

Σεισμός μεγέθους Μ = 4.6, στις 13 Δεκεμβρίου 2024.

Σεισμός μεγέθους Μ = 4.7, στις 15 Φεβρουαρίου 2025.

Οι δύο σεισμοί ήταν σχετικά επιφανειακοί, ενώ ο σεισμός της 15ης Φεβρουαρίου είχε ιδιαίτερα ισχυρή κατακόρυφη συνιστώσα, όπως αυτή καταγράφηκε από επιταχυνσιογράφο που εγκαταστάθηκε στην Ι.Μ. Ξενοφώντος του Αγίου Όρους από προσωπικό του ΟΑΣΠ-ΙΤΣΑΚ, στο πλαίσιο λειτουργίας της παραπάνω Ομάδας Εργασίας του ΤΕΕ/ΤΚΜ.

Οι σεισμοί, αν και μέτριας έντασης, σε συνδυασμό με τη δομική τρωτότητα των παραδοσιακών και μνημειακών κατασκευών της περιοχής, είχαν ως συνέπεια να εμφανιστούν βλάβες, σε ορισμένες περιπτώσεις εκτεταμένες, κυρίως σε κτίρια που βρίσκονται πέριξ του επίκεντρου. Οι επιπτώσεις της σεισμικής διέγερσης κατεγράφησαν τόσο σε καθολικά και παρεκκλήσια όσο και σε πτέρυγες περιβόλων των μονών αλλά και σε μεμονωμένα κτίρια εκτός συγκροτημάτων (κελλιά).

Το κτιριακό απόθεμα του Αγίου Όρους συντίθεται από κτίρια με φέροντα οργανισμό, κατά κύριο λόγο, από φέρουσα τοιχοποιία, τα οποία λόγω της μεγάλης μάζας τους αναπτύσσουν σημαντικές δυνάμεις καταπόνησης κατά τις σεισμικές διεγέρσεις. Σημαντικά σημεία τρωτότητας αποτελούν τα τοξωτά και θολωτά στοιχεία, με τα οποία διαμορφώνονται οι οροφές των κατασκευών αυτών, αλλά και το σύνολο των δομικών συστημάτων, λόγω της πολύπλοκης γεωμετρίας και της “μη κανονικότητας”.

Οι βλάβες που καταγράφηκαν αφορούν κτίρια εντός των Ιερών Μονών Ξενοφώντος, Δοχειαρίου, Παντοκράτορος, Κουτλουμουσίου, Αγίου Παντελεήμονος, Βατοπαιδίου, Ζωγράφου, Χιλανδαρίου, Κωνσταμονίτου, Ιβήρων και Σίμωνος Πέτρας ενώ υπάρχουν αναφορές για εκδήλωση σημαντικών βλαβών και σε δομές της υπό κατάληψη Μονής Εσφιγμένου. Στις υπόλοιπες Μονές οι ζημιές είναι μικρότερης κλίμακας. Οι βλάβες διαφοροποιούνται ανάλογα με τη μορφολογία, τη θέση του κτιρίου και τη δομική του σύσταση, ωστόσο παρατηρείται επαναλαμβανόμενο πρότυπο μηχανισμών αστοχίας.

Οι κυριότερες κατηγορίες βλαβών που καταγράφηκαν είναι οι εξής:

  • Ρηγματώσεις σε καμάρες και τόξα: Εντοπίζονται κυρίως στην περιοχή των κλειδιών, με διαμήκη ρηγμάτωση και αποδιοργάνωση της λιθοδομής, ένδειξη διαφορικών μετακινήσεων και απώλειας συνεργασίας μεταξύ επιμέρους στοιχείων.
  • Υποχώρηση-βύθιση κλειδιών καμαρών: αποτέλεσμα έντονης κατακόρυφης ή οριζόντιας επιτάχυνσης σε συνδυασμό με παλαιότητα υλικών και ανεπαρκείς συνδέσεις.
  • Ρηγματώσεις σε περιοχές υπερθύρων και μεταξύ ανοιγμάτων: φαινόμενο ενδεικτικό συγκεντρώσεων τάσεων σε περιοχές με περιορισμένη διατομή φέρουσας τοιχοποιίας.
  • Ρηγματώσεις σε τύμπανα τρούλων: ιδιαίτερα στα ανώφλια, ως απόκριση σε διατμητικές εντάσεις που προκαλούνται από την παραμόρφωση του τρούλου κατά τον σεισμό.
  • Ρηγματώσεις σε σταυροειδείς ναούς: με διαμήκη ανάπτυξη στις περιοχές των κλειδιών των καμαρών, ιδίως στις «κεραίες» του σταυρού.
  • Πτώσεις καμινάδων: κατασκευές με σημαντική ευαισθησία σε πλευρική ταλάντωση, χωρίς ικανή σύνδεση με τον κύριο φέροντα οργανισμό.
  • Πτώσεις τμημάτων πληρώσεων σε ξυλόπηκτους τοίχους (τσατμάδες): λόγω σημαντικών παραμορφώσεων του περιβάλλοντος ξύλινου πλαισίου.
  • Αποκολλήσεις επιχρισμάτων: κυρίως σε τοιχοποιίες από τσατμά και μπαγδατί, αλλά και σε ψευδοροφές που διαμορφώνονται με επίχρισμα επάνω σε ξύλινα «πηχάκια».
  • Επιδείνωση υπαρχουσών ρηγματώσεων: ένδειξη επιδείνωσης υφιστάμενης παθολογίας.
  • Επιδείνωση προβλημάτων καθίζησης: κυρίως σε κτίρια θεμελιωμένα επί στρώσεων με χαλαρή σύσταση.
  • Πτώση τμημάτων ξερολιθιών περιβόλων

Η καταγραφή των παραπάνω βλαβών καταδεικνύει τον αυξημένο βαθμό σεισμικής ευπάθειας και δομικής επιβάρυνσης των ιστορικών κτισμάτων του Αγίου Όρους. Ιδιαίτερη σημασία δίνεται στα καθολικά και στους χώρους διαμονής μοναχών, όπου η χρήση είναι συνεχής και οι απαιτήσεις ασφάλειας αυξημένες. Οι διαπιστώσεις επιβεβαιώνουν την ανάγκη άμεσης αντιμετώπισης των βλαβών, με τρόπο συμβατό προς την ιστορικότητα και την αυθεντικότητα των κτισμάτων, υπό αυστηρά τεκμηριωμένο τεχνικό πλαίσιο. Οι άμεσες επεμβάσεις αποκατάστασης θα διασφαλίσουν τη σωματική ακεραιότητα των μοναχών και των προσκυνητών από καταπτώσεις δομικών στοιχείων σε επικείμενη, ακόμη και πολύ μικρότερης έντασης, σεισμική διέγερση, και στη διάσωση των δομικών τμημάτων των μνημειακών κατασκευών, πολλά από τα οποία φέρουν αγιογραφίες μεγάλης ιστορικής και καλλιτεχνικής αξίας. Η εκτίμηση του κόστους αποκατάστασης τwων ζημιών, σύμφωνα με το Κε.Δ.Α.Κ., ανέρχεται στο ποσό των 3.000.000,00€.

Ο διευθυντής του Κε.Δ.Α.Κ.

Ηλίας Π. Περτζινίδης

Διπλ. Πολιτικός Μηχανικός – Αναστηλωτής

 

Κατεβάστε εδω  το αρχείο PDF:   Tεχνική Έκθεση και παράρτημα φωτογραφιών.