Ιστορία Αθωνικού Μοναχισμού
Το Άγιον Όρος βρίσκεται στην χερσόνησο του Άθω της Χαλκιδικής, στη Βόρεια Ελλάδα. Κατά την αρχαιότητα είχαν ακμάσει εκεί πολλές ελληνικές πόλεις. Αυτές ενσωματώθηκαν στο βασίλειο της Μακεδονίας τον 4ο αιώνα προ Χριστού. Οκτώ αιώνες αργότερα, δηλαδή τον 4ο αιώνα μετά Χριστόν, αποτέλεσε πλέον τμήμα του Βυζαντίου. Πιθανολογείται ότι την περίοδο αυτή εγκαταστάθηκαν και οι πρώτοι ασκητές. Καταφύγιο στον Άθωνα βρίσκουν πολλοί μοναχοί τον 7ο αιώνα. Προήλθαν από περιοχές της Αιγύπτου και της Παλαιστίνης, όπου την εποχή εκείνη είχαν αναπτυχθεί τα σημαντικότερα μοναστικά κέντρα. Φυσικό επακόλουθο ήταν η οργάνωση του Αθωνικού μοναχισμού να διαμορφωθεί πάνω σε εκείνα τα παραδοσιακά πρότυπα. Δηλαδή, οργανώθηκε σε Λαύρες και σε μεμονωμένα Ασκητήρια. Αργότερα, σε μικρά Μοναστήρια, σε Σκήτες και σε μεμονωμένα Κελιά.
Αρχική διοικητική έκφρασή του Αθωνικού Μοναχισμού ήταν η Καθέδρα των Γερόντων, της οποίας προΐστατο ο Πρώτος. Το 963 ο Άγιος Αθανάσιος ίδρυσε την ιερά Μονή Μεγίστης Λαύρας στο άκρο της βορειοανατολικής πλευράς της αθωνικής χερσονήσου, το πρώτο μεγάλο μοναστήρι με κοινοβιακή οργάνωση. Ρυθμίσεις για τον μοναχικό βίο και ειδικά προνόμια για το Άγιον Όρος θεσπίστηκαν και κατοχυρώθηκαν καθ΄ όλη τη διάρκεια της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας. Την διατήρηση των ειδικών προνομίων και την κατοχύρωση ορισμένων «ευνοϊκών» συνθηκών πέτυχαν οι Αγιορείτες μοναχοί και μετά την κατάληψη της Θεσσαλονίκης από τους Οθωμανούς το 1435, αλλά και μετά την άλωση της Κωνσταντινούπολης, πρωτεύουσας του Βυζαντίου, το 1453.
Από την ίδρυση της Ιεράς Μονής Μεγίστης Λαύρας και μετά, έγιναν πολλές ανακατατάξεις στα μοναστικά καθιδρύματα. Τον 12ο αιώνα υπολογίζεται ότι υπήρχαν περισσότερα από εκατό μοναστήρια, ανεξαρτήτου μεγέθους. Από όλα αυτά τα μοναστικά καθιδρύματα, συνολικά είκοσι Μονές διατηρούνται μέχρι σήμερα, ενώ αρχαιότερες, είτε μετατράπηκαν σε Κελιά, είτε ερημώθηκαν και καταργήθηκαν.
Τον 14ο αιώνα το Άγιον Όρος υπήχθη πλέον και τυπικά στην πνευματική δικαιοδοσία του Οικουμενικού Πατριαρχείου της Κωνσταντινούπολης, με αυτοκρατορικό Χρυσόβουλο. Ο αιώνας αυτός σηματοδοτήθηκε από την κίνηση των Ησυχαστών. Ο Ησυχασμός αποτέλεσε το επίκεντρο πνευματικής ζωής του Ορθόδοξου μοναχισμού, με κύριο εκφραστή τον Άγιο Γρηγόριο τον Παλαμά. Στα χρόνια που επακολούθησαν όμως, συχνές επιδρομές και λεηλασίες στις Μονές του Αγίου Όρους και, παράλληλα, ασφυκτικές φορολογήσεις επέφεραν οριστική ή προσωρινή ερήμωση σε πολλές από αυτές.
Παρ’ όλα αυτά, μεγάλο μέρος των Κειμηλίων διασώθηκαν, χάρη στην επινοητικότητα και τον ζήλο των μοναχών. Οι δύσκολες εκείνες συνθήκες συνέβαλαν στην επιλογή της ιδιόρρυθμης ζωής στις Ιερές Μονές, καθώς και στην επιλογή της κελιώτικης ζωής εκ μέρους πολλών αγιορειτών μοναχών. Παράλληλα, οργανώθηκαν και ιδρύθηκαν αρκετές Σκήτες, είτε σε μορφή οικισμού, είτε σε μορφή συγκροτήματος. Στις δύσκολες αυτές εποχές για το Άγιον Όρος, σημαντικός ήταν ο ρόλος, η οικονομική συμβολή και η επιρροή βαλκανικών και άλλων χωρών του Βορρά, σε Μονές, Σκήτες και Κελιά. Η επιρροή αυτή ήταν φυσικό να αποτυπωθεί και στο ίδιο το δομημένο περιβάλλον, ιδιαίτερα τον 19ο και αρχές του 20ου αιώνα, συμπληρώνοντας το σύνθετο βυζαντινό και μεταβυζαντινό αρχιτεκτονικό ψηφιδωτό.
Το 1912 έλαβε χώρα η απελευθέρωση του Αγίου Όρους που αποτελεί από τότε αυτοδιοίκητο τμήμα της ελληνικής επικράτειας. Σήμερα η Ιερά Κοινότητα που εδρεύει στις Καρυές και οι είκοσι κυρίαρχες Ιερές Μονές με τα Εξαρτήματά τους, συνεχίζουν την ίδια Ορθόδοξη μοναστική παράδοση. Εξαιτίας της συσσωρευμένης αγιορειτικής κληρονομιάς από την μία πλευρά και της αδιάλειπτη συνέχισης του μοναχισμού από την άλλη, το Άγιον όρος χαρακτηρίζεται ως «Ζωντανό Μνημείο».